Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Το ρεμπέτικο μεταναστεύει στην Αμερική

Η περίοδος από τα τέλη του 19ου ως τις αρχές του 20ού αιώνα ήταν από τις δυσκολότερες και οδυνηρότερες στην Ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Τα οικονομικά προβλήματα που συσσωρεύονται μετά την κρίση του σταφιδικού ζητήματος, το οποίο προκάλεσε την κήρυξη της χώρας σε πτώχευση, το 1893, και την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ) δημιουργούν, σε συνδυασμό με την ήττα από τους Τούρκους στον Πόλεμο του 1897, συνθήκες απόγνωσης για τους αγρότες, και ιδιαίτερα για αυτούς της Πελοποννήσου.
Σε αυτά πρέπει να επισημανθεί ότι η τοκογλυφία δρούσε ανεξέλεγκτα, τόσο σε χρήμα, όπου ο τόκος έφθανε το 20%-30%, όσο και σε είδη όπως βούτυρο, γάλα και άλλα προϊόντα, φθάνοντας κάποιες φορές το 70%-80%, καθώς οι δανειστές πληρώνονταν από τους οφειλέτες τους και σε είδος.


Αν ληφθεί υπόψη ότι την ίδια εποχή εντείνεται η προπαγάνδα των ακτοπλοϊκών εταιρειών, που υπόσχονται στους δυστυχείς αγρότες την εκπλήρωση όλων των ονείρων τους στη νέα Γη της Επαγγελίας, γίνεται φανερό γιατί η φυγή στην Αμερική φάνταζε ως η μοναδική λύση.
Έτσι, ήδη από το 1893 με ολοένα αυξανόμενους ρυθμούς άρχισε η μεγάλη μετανάστευση προς τις ΗΠΑ, που διήρκεσε ως το 1924, χρονιά που τέθηκε σε εφαρμογή ο νέος μεταναστευτικός νόμος ο οποίος όριζε ελεγχόμενο αριθμό εισόδου πολιτών από κάθε χώρα. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου υπολογίζεται ότι περίπου μισό εκατομμύριο Έλληνες, στη συντριπτική πλειονότητά τους άνδρες κυρίως νεαρής ηλικίας, εγκατέλειψαν τη χώρα. Το μόνο σημαντικό γεγονός που ανακόπτει τον ρυθμό του μεταναστευτικού κύματος ήταν η επιστροφή περίπου 60.000 εθελοντών για να πολεμήσουν στους Βαλκανικούς Πολέμους. Το αποτέλεσμα ήταν να ερημώσει η Ελλάδα από το πιο παραγωγικό κομμάτι του πληθυσμού.

Αερόπλανο θα πάρω (1934) – Ρίτα Αμπατζή, Ζαχ. Κασιμάτης


Στη Γη της Επαγγελίας
Η πρώτη εικόνα που αντίκριζαν οι μετανάστες μετά το εντυπωσιακό Άγαλμα της Ελευθερίας ήταν μάλλον απογοητευτική. Κατάκοποι και φοβισμένοι αποβιβάζονταν στα μεγάλα κέντρα ελέγχου μεταναστών, που βρίσκονταν στα μεγάλα λιμάνια της Αμερικής. Στη Νέα Υόρκη, κύριο προορισμό των μεταναστών, το κέντρο ελέγχου βρισκόταν στο νησάκι Έλις.
Τους ανεπιθύμητους (όσους είχαν μολυσματικές ασθένειες ή δεν είχαν συγγενείς ή φίλους να τους φιλοξενήσουν ή δεν φαίνονταν αρκετά γεροί για να δουλέψουν) τους φόρτωναν πάλι στα πλοία και τους μετέφεραν πίσω.
Οι Έλληνες μετανάστες τα πρώτα χρόνια ασχολήθηκαν με τα βαριά επαγγέλματα, που θα τους έδιναν τη δυνατότητα να αποταμιεύσουν γρήγορα χρήματα ώστε να επιστρέψουν στην πατρίδα. Παράλληλα οργανώνονταν σε συλλόγους (υπολογίζονται σε πάνω από 2.000 σε όλη την Αμερική τα πρώτα χρόνια), τάση που σιγά σιγά άρχισε να αμβλύνεται.

Η επανεμφάνιση της Κου Κλουξ Κλαν μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με συνθήματα εναντίον των μαύρων και των μεταναστών οδήγησε στη δημιουργία της πρώτης παναμερικανικής οργάνωσής τους, της ΑΧΕΠΑ (AHEPA – Amerikan Hellenic Educational Progressive Association, δηλαδή Αμερικανοελληνική Εκπαιδευτική Προοδευτική Ένωση), με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών ζωής, της μόρφωσης και της εικόνας των Ελλήνων στις ΗΠΑ. Το 1923 ιδρύεται και η GAPA (Greek American Progressive Association – Ελληνοαμερικανική Προοδευτική Ένωση).

Το ρεμπέτικο στις ΗΠΑ
Οι Έλληνες μετανάστες θα βρεθούν σε ένα περιβάλλον ξένο, εχθρικό και ανομοιογενές από άποψη γλωσσική, εθνική και πολιτισμική. Θα αποτελέσουν έτσι μια φυλετική μειονότητα σε ένα πολυεθνικό σύνολο. Θα ζήσουν σε εξαιρετικά δύσκολα συνθήκες, απασχολούμενοι ως ανειδίκευτοι εργάτες σε μεταλλεία, ορυχεία και στους σιδηροδρόμους.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα ριζώσει και θα εξαπλωθεί το ρεμπέτικο στην Αμερική, καθώς διέξοδος και καταφύγιο των μεταναστών, που στην πλειονότητά τους προέρχονταν από την Πελοπόννησο, την Ήπειρο, τη Στερεά και τη Θεσσαλία, ήταν τα τραγούδια της πατρίδας τους, κυρίως τα δημοτικά και τα ρεμπέτικα. Οι πρωτοπόροι μουσικοί στην ψυχαγωγία και στη δισκογραφία είναι κλαρινίστες, βιολιστές και σαντουριέρηδες από τον Μοριά και τη Ρούμελη, που προβάλλουν τα δημοτικά τραγούδια του τόπου τους. Όσον αφορά τα ρεμπέτικα, ο κύριος όγκος τους ήταν τραγούδια της ανώνυμης δημιουργίας και πολλά αποτελούν γέφυρα ανάμεσα στο δημοτικό και στο ρεμπέτικο.
Φαίνεται ότι η μεγάλη εξάπλωση των ρεμπέτικων στην Αμερική οφειλόταν στο γεγονός ότι ήταν κοινής αποδοχής τραγούδια, παίζοντας ενωτικό ρόλο ανάμεσα στους Έλληνες μετανάστες κάθε προέλευσης (γεωγραφικής και πολιτισμικής). Είναι χαρακτηριστικό ότι κατ’ αρχάς ηχογραφούνται πανελλήνιες επιτυχίες του δημοτικού τραγουδιού παράλληλα με ρεμπέτικα της ανώνυμης δημιουργίας αλλά και επιτυχίες της εποχής από το ελαφρό τραγούδι, την επιθεώρηση και την οπερέτα.

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι αυτές οι πρώτες ηχογραφήσεις στις ΗΠΑ, όπως και εκείνες της Σμύρνης και της Πόλης πριν από το 1922, είναι ιστορικής σημασίας. Είναι οι πρώτες καταγραφές της μουσικής και των τραγουδιών της Ελλάδας, άρα πιο κοντά στις αρχικές μορφές δημιουργίας τους. Συνάμα θα αποτελέσουν τα πρότυπα για τους συνθέτες, τους μουσικούς και τους τραγουδιστές του ρεμπέτικου, αφού ο δίσκος γραμμοφώνου φθάνει παντού, εντός και εκτός Ελλάδος.
Η δισκογραφία των Ελλήνων στην Αμερική αρχίζει με οκτώ ηχογραφήσεις του άγνωστου Μιχαήλ Αραχτίντζη, το 1896. Ανάμεσα στα πρόσωπα που είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στη μουσική ζωή των Ελλήνων στην Αμερική ήταν, μεταξύ άλλων:
Η Κυρία Κούλα, τραγουδίστρια-θρύλος, η οποία θα μπει στη δισκογραφία το 1916 και θα ηχογραφήσει πάνω από 200 τραγούδια. Η Μαρίκα Παπαγκίκα, που θα εμφανιστεί στη δισκογραφία το 1918 και ηχογράφησε περίπου 250 τραγούδια. Ο Γιώργος Κατσαρός (ηχογράφησε 50 τραγούδια), ο Τέτος Δημητριάδης (πάνω από 300 τραγούδια, περισσότερα από κάθε άλλον Έλληνα στην Αμερική), η Αμαλία Βέκα (40 τραγούδια), ο κιθαρίστας Κώστας Δούσιας με μόλις 18 τραγούδια, ο οποίος μαζί με τον Κατσαρό και τον Δημητριάδη καθιέρωσαν ένα κιθαριστικό στυλ, δημιουργώντας το «ρεμπέτικο με κιθάρα», ο τραγουδιστής Μάρκος Μελκόν Αλεμσαριάν και πολλοί άλλοι.
Πηγή: Παναγιώτης Κουνάδης, Τα Ρεμπέτικα, εκδ. «ΤΑ ΝΕΑ»

Δώδεκα Χρόνια Φυλακή (1919) - Κυρία Κούλα


Γιαφ-Γιουφ (1928) - Μαρίκα Παπαγκίκα


Πότε μαύρα πότε άσπρα (1928) – Γιώργος Κατσαρός


Η τράτα (1932) - Κώστας Δούσιας


Μισιρλού (1927) - Τέτος Δημητριάδης


Μεμέτης – Μάρκος Μελκόν


Έρχομαι τον τοίχο τοίχο (1930) – Γιώργος Κατσαρός


Το καλογεράκι (1930) – Κώστας Δούσας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου